Δημοσίευση στον Ελεύθερο Τύπο τον Ιούλιο 2017
Σημείο των καιρών στα δεδομένα των ιατρικών υπηρεσιών αποτελούν οι πολυάριθμες ''κάρτες υγείας'' που διαφημίζουν και υπόσχονται αναβαθμισμένες- και συνάμα οικονομικές- παροχές υγείας στους κατόχους τους, έναντι μιας ετήσιας συνδρομής. Η συνδρομή αυτή ξεκίνησε περίπου στα 100€ / ετησίως, αλλά ο έντονος ανταγωνισμός που δημιουργήθηκε οδήγησε την τιμή περίπου στα 60€ / έτος ατομικά. Φυσικά δεν πρόκειται για αποκλειστική Ελληνική πατέντα, καθώς η ιδέα-πρακτική αυτή υπάρχει και στο εξωτερικό. Βέβαια, ψάχνοντας θα βρούμε πολλούς να χαρακτηρίζουν τις κάρτες ''απάτη'' με ενδιαφέρουσα την αναφορά του Αμερικανικού συνδέσμου Coalition Against Insurance Fraud. Ο σκοπός εδώ όμως δεν είναι να πούμε μεγάλες κουβέντες αλλά να δούμε τα πράγματα ως έχουν στην περίπτωση της Ελλάδας.
Απέναντι στις κάρτες βρίσκονται τα κλασικά ασφαλιστήρια υγείας, τα οποία βρίσκονται στην αγορά πολλές δεκαετίες. Ωστόσο, η ελλιπής ενημέρωση του καταναλωτικού κοινού και για τα μεν αλλά και για τα δε έχει οδηγήσει σε μια γενικότερη αντίληψη ότι οι δύο αυτές υπηρεσίες είναι μάλλον όμοιες. Υπάρχουν όμως και βασικές διαφορές στη λειτουργία και στα οφέλη που παρέχουν και εδώ θα δούμε τα βασικότερα σημεία από αυτά.
Αρχικά, οι παράγοντες που οδήγησαν στην ανάπτυξη της υπηρεσίας των καρτών υγείας έχουν μερικά κοινά σημεία με τα κίνητρα αγοράς και ενός ασφαλιστηρίου συμβολαίου.
- Υποβάθμιση δημοσίου ασφαλιστικού συστήματος
- Ανεργία και ανασφάλιστη εργασία όπου στερούν από πολλούς την πρόσβαση στη δημόσια-κοινωνική ασφάλιση
- Αυξημένο κόστος ιδιωτικής περίθαλψης
- Μειωμένη οικονομική δυνατότητα του κοινού-λόγω κρίσης- να ανταπεξέλθει στα έξοδα της ιδιωτικής περίθαλψης ή στο κόστος κλασικής ιδιωτικής ασφάλισης
Αυτά όμως υπήρχαν και παλαιότερα. Γιατί αναπτύχθηκαν οι κάρτες υγείας και δεν καλύφθηκε η αγορά από τις εδραιωμένες ασφαλιστικές εταιρείες; Και εδώ η οικονομική συγκυρία έπαιξε καταλυτικό ρόλο.
Κατά τα χρόνια της οικονομικής ευμάρειας δημιουργήθηκαν πολλές ιδιωτικές ιατρικές υποδομές (νοσοκομεία και διαγνωστικά κέντρα), ενώ ιδιώτευσαν μαζικά και οι υπεράριθμοι Έλληνες ιατροί των Ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων. Μέχρι το 2009-2010 οι πολίτες μπορούσαν να συντηρήσουν με τις δαπάνες τους τις υποδομές αυτές, ενώ φυσικά και τα δημοσία ταμεία-δικαίως ή αδίκως- πλήρωναν αρκετά χρήματα σε όσους ιδιώτες ήταν συμβεβλημένοι.
Όταν όμως το ατομικό εισόδημα άρχισε να μειώνεται δραστικά και τα ασφαλιστικά ταμεία να περικόπτουν δραστικά τα έξοδά τους, οι ιδιώτες πάροχοι υγείας- οι οποίοι είναι εξ ορισμού επιχειρήσεις με σκοπό το κέρδος- ξεκίνησαν να υποαποδίδουν. Αναγκάστηκαν λοιπόν να ψάξουν τρόπους να αυξήσουν την πελατεία και το τζίρο τους, και ένας βασικός δρόμος ήταν η μείωση τιμών και οι τιμολογιακές βελτιώσεις σε όσους μπορούσαν να εξασφαλίσουν μια μεγάλη ροή ασθενών-πελατών.
Και αυτό ακριβώς τους παρέχουν οι εταιρείες που δημιουργούν κάρτες υγείας. Ένα Groupon για ιατρικές υπηρεσίες!
Η βασική, λοιπόν, διαφορά ξεκινά από τη φιλοσοφία λειτουργίας των δύο υπηρεσιών. Σε ένα ασφαλιστήριο συνεισφέρουν πολλοί από λίγα χρήματα (ασφάλιστρα) ώστε να αποζημιωθούν οι - λίγοι- που θα έχουν μια ανάγκη (π.χ. νοσηλεία ή διαγνωστικές εξετάσεις στην προκειμένη περίπτωση). Η διαφορά μεταξύ ασφαλίστρων και αποζημιώσεων αποτελεί, χονδρικά, το κέρδος-ζημιά της ασφαλιστικής εταιρείας Αντίθετα, οι κάρτες υγείας είναι απλές εμπορικές συμφωνίες με παρόχους υγείας ώστε να επιτυγχάνονται καλύτερες τιμές για τους πελάτες και αυξημένη πελατεία στους επαγγελματίες της υγείας. Η συνδρομή του κατόχου αποτελεί το έσοδο της εταιρείας για τις λειτουργίες της.
Άλλες διαφορές είναι
- Λόγω του παραπάνω, οι κάρτες υγείας δημιουργούνται και προωθούνται από απλές εμπορικές επιχειρήσεις ενώ τα ασφαλιστήρια υγείας από ασφαλιστικές εταιρείες ζωής (ή έστω εταιρείες Γενικών Κλάδων από τον κλάδο ατυχημάτων). Κάρτες υγείας προσφέρονται επίσης και απευθείας από παρόχους υγείας (π.χ. όμιλοι διαγνωστικών κέντρων ή νοσοκομεία) στα πλαίσια προγραμμάτων brand loyalty. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι πλέον γίνεται σαφής αναφορά από τους παρόχους καρτών στο ότι μια κάρτα υγείας δεν αποτελεί ασφαλιστικό προϊόν.
- Οι κάρτες υγείας εστιάζουν στις πρωτοβάθμιες παροχές (ιατροί, διαγνωστικές εξετάσεις, οδοντιατρική φροντίδα, φυσιοθεραπείες, προληπτικοί και προγεννητικοί έλεγχοι κ.α.) ενώ τα ασφαλιστήρια υγείας παρέχουν και κάλυψη εξόδων νοσηλείας. Οποιαδήποτε παροχή σε θέμα νοσηλείας είναι και πάλι αποτέλεσμα εμπορικής συμφωνίας με κάποιο νοσοκομείο για καλύτερη τιμολόγηση-έκπτωση.
- Σε ένα ασφαλιστήριο υγείας γίνεται έλεγχος της καλής κατάστασης της υγείας του υποψήφιου για ασφάλιση και σε πολλές περιπτώσεις κάποιος μπορεί να μη γίνει δεκτός. Επιπλέον, υπάρχει και ανώτατο όριο εισόδου στην ασφάλιση (π.χ. 65-70 έτη). Αντίθετα, στις κάρτες υγείας δεν γίνεται έλεγχος ιατρικού ιστορικού και, συνήθως, δεν υπάρχει κάποιο όριο ηλικίας.
- Ένα ασφαλιστήριο υγείας μπορεί να έχει έως και ισόβια διάρκεια κάλυψης ενώ η διάρκεια μιας κάρτας υγείας δεν είναι δεδομένη.
Ασφαλιστήριο συμβόλαιο ή κάρτα υγείας λοιπόν;
Εάν ο καταναλωτής ενημερωθεί σωστά και κατανοήσει τις διαφορές και το ρόλο των δύο υπηρεσιών τότε και τα δύο έχουν οφέλη και πλεονεκτήματα. Εφόσον κάποιος χρειάζεται μια καλύτερη πρόσβαση σε κάποιες υπηρεσίες υγείας, χωρίς πολλά χρήματα και διαδικασίες, ειδικά εάν υπάρχουν προβλήματα υγείας ή προχωρημένη ηλικία, τότε μια κάρτα υγείας είναι μια καλή λύση. Από την άλλη, εάν κάποιος επιθυμεί να εξασφαλίσει τα έξοδα μιας σοβαρής νοσηλείας σε ένα νοσοκομείο που μπορεί να είναι δεκάδες χιλιάδες ευρώ, τότε η τυπική ιδιωτική ασφάλιση είναι μονόδρομος. Αν και ήδη και οι ασφαλιστικές εταιρείες έχουν ''μπει στο νόημα'' και προσφέρουν, χωρίς επιπλέον κόστος, παρόμοιες υπηρεσίες και εκπτώσεις στους ασφαλισμένους τους σε συνεργασία με τα ίδια κέντρα υγείας που συνεργάζονται με τις κάρτες υγείας.
Τέλος, ο υποψήφιος κάτοχος μια κάρτας θα πρέπει να ζητήσει αναλυτική λίστα των συνεργαζόμενων παρόχων υγείας (γιατροί, διαγνωστικά κέντρα, νοσοκομεία) και των εκπτώσεων που παρέχουν. Δυστυχώς οι περισσότερες εταιρείες αποφεύγουν να ενημερώνουν τους πελάτες τους πριν την αγορά με αποτέλεσμα κάποιος να μην ξέρει ακριβώς τι και για πόσο διάστημα αγόρασε. Αυτό αποτελεί τη βασική πηγή δυσαρέσκειας και ανασφάλειας των κατόχων κάρτας υγείας, γεγονός που, αν δεν αλλάξει, θα οδηγήσει την ιδέα αυτή- η οποία έχει βάση και λογική- να χαρακτηριστεί σαν άλλη μια φούσκα της Ελληνικής αγοράς.